dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
καθαρό κέρδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Reingewinn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καθαρό κέρδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nettogewinn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καθαρό κέρδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nettoertrag
Ⓦ
Ⓖ
…